πλέκοντες

πλέκοντες
πλέκω
plait
pres part act masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ύφος — το / ὕφος, εος και ους, ΝΑ μτφ. ο ατομικός τρόπος έκφρασης, ο προσωπικός τρόπος σύνθεσης τών λέξεων και φράσεων τόσο στον γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο νεοελλ. 1. γλωσσ. ο τρόπος τής πλοκής τών λέξεων και προτάσεων, ο ιδιαίτερος ατομικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”